ἀνίου

ἀνίου
ἄνιος
masc/fem/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ἀνίου — Ἄνιος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ανίου, Θεόδωρος Αυγερινός — (19ος αι.).Χιώτης έμπορος στην Οδησσό, μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Μυήθηκε από τον Α. Στρατηγόπουλο και προσέφερε πολλές υπηρεσίες στην Επανάσταση …   Dictionary of Greek

  • LYSANIAS — I. LYSANIAS Procurator Abylenes, s. Tetrarcha, memoratur Lucae c. 3. v. 1. ubi Euangelista rerum descriptionem aggressurus, quas Dominus noster toto ministerii sui tempore gessit; temporis circumstantiam, quae erat omnium maximi momenti, accurate …   Hofmann J. Lexicon universale

  • οινοτρόποι — Μυθολογικό πρόσωπο. Λέγονται και Οινοτρόφοι. Κόρες του μυθικού βασιλιά της Δήλου Άνιου και της Δωρίππης που ήταν απόγονοι του Απόλλωνα και του Διόνυσου. Τα ονόματα τους Οινώ, Σπερμώ και Ελαΐς, συμβολίζουν αντίστοιχα την παραγωγή κρασιού, σιταριού …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • Μύκονος — Νησί (85,48 τ.χλμ.) των βορειοανατολικών Κυκλάδων, μεταξύ της Τήνου και της Νάξου. Διοικητικά ανήκει στον νομό Κυκλάδων και αποτελείται από τον δήμο Μυκόνου (9.320 κάτ.) στον οποίο υπάγονται τα δημοτικά διαμερίσματα Μυκονίων (7.929 κάτ.) και Άνω… …   Dictionary of Greek

  • Φρόντων, Μάρκος Κορνήλιος — (Marcus Cornelius Fronto, Τσίρτα, Νουμιδία περ. 100 – περ. 170 μ.Χ.). Ρωμαίος ρήτορας. Από οικογένεια ιταλικής καταγωγής, πήγε στη Ρώμη όπου αναδείχτηκε δικηγόρος την εποχή του Αδριανού. Στη συνέχεια διορίστηκε από τον Αντωνίνο Πίο παιδαγωγός των …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”